ΕΣΠΑ
Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο Cookie Consent Settings

Απεβίωσε ο π. Αλέξιος Τριανταφύλλου, ο τελευταίος επιζών του Ολοκαυτώματος των Ρωγών

Απεβίωσε ο π. Αλέξιος Τριανταφύλλου, ο τελευταίος επιζών του Ολοκαυτώματος των Ρωγών!

Γεννήθηκε στους Ρωγούς Καλαβρύτων το έτος 1929 από τον Θεμιστοκλή Τριανταφύλλου και την Αγαθή Κηπουργού, από του Ρωγούς. Είχε άλλα επτά αδέλφια: τρία κορίτσια, την Διαμαντούλα (απεβίωσε), την Χαρίκλεια (απεβίωσε) και την Μάρθα και τέσσερα αγόρια, τον Γεώργιο (απεβίωσε), τον Νίκο (εκτελέστηκε), τον Παναγιώτη (εκτελέστηκε) και τον Αθανάσιο που βρίσκεται στην Αυστραλία. Κατετάγη στην Ελληνική Χωροφυλακή (απόφοιτος της Σχολής της Ρόδου) όπου υπηρέτησε σε διάφορες πόλεις ({Θήβα, Λειβαδιά, Κιάτο) επί μία πενταετία. Στη συνέχεια, το έτος 1956 μετανάστευσε στην Αυστραλία, όπου αρχικά εργάστηκε σκληρά σε διάφορα εργοστάσια. Την ίδια χρονιά νυμφεύτηκε την Ιουλία Κλαδούχου από το Μελίσσι Κορινθίας και απέκτησαν έναν γιο, τον Θεμιστοκλή, που τους χάρισε δύο εγγονάκια, τον Αλέξιο και τον Γεώργιο. Το έτος 1973 χειροτονήθηκε ιερεύς ανήκων στην Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Αυστραλίας. Σήμερα είναι εφημέριος στην Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα και Ενορία του Αγίου Δημητρίου στο Σεντ Μέρις του Σίδνεϋ. Κάθε χρόνο- τα τελευταία δέκα χρόνια- επισκέπτεται στην Ελλάδα τη γενέτειρά του, τους Ρωγούς και τελεί Μνημόσυνο στη μνήμη των γονέων του και των εκτελεσθέντων από τους Γερμανούς συγγενών και συγχωριανών του στην εκκλησία της προστάτιδάς του Αγίας Βαρβάρας.

Απεβίωσε στις 24 Νοεμβρίου 2025

Αιωνία του η μνήμη!

Ένας διασωθείς, ο π. Τριανταφύλλου Αλέξιος από τους Ρωγούς, αφηγείται:

"Την ημέρα της εκτελέσεως, στις 8-12-1943, βρισκόμουν και εγώ μαζί με τον πατέρα μου, μέσα στην εκκλησία του χωριού, την Αγία Βαρβάρα.

Οι Γερμανοί την ημέρα αυτή μας συγκέντρωσαν όλους τους χωριανούς στην πλατεία του χωριού. Από κει μας πήραν και μας έφεραν στην εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας. Μας είπαν ότι θέλουν να μας μιλήσουν και ότι δεν επρόκειτο να μας πειράξουν. Μας έβαλαν μέσα στην εκκλησία, κλείνουν και την πόρτα και άρχισαν να μας μιλάνε Γερμανικά. Κανείς δεν γνώριζε τι έλεγαν. Θυμάμαι που ο ιερέας μας ο Χρήστος ο Κανελλόπουλος, τους είπε ότι είμαστε καλοί άνθρωποι και ότι το χωριό μας δεν είχε αντάρτες. Αυτοί κάτι είπαν πάλι στα Γερμανικά. Ούτε τότε καταλάβαμε τι λέγανε.

Μετά άρχισαν να μας βγάζουνε έξω από την εκκλησία. Στο προαύλιο είχαν στημένα τα πολυβόλα που αρχίσανε να μας σκοτώνουν. Έντρομοι ξαναγυρνάγαμε πίσω. Δεν βγαίναμε έξω. Άρχισαν να μας βγάζουνε δια της βίας. Το προαύλιο της εκκλησίας γέμισε πτώματα. Στη συνέχεια βάλανε φωτιά στην εκκλησία για να μας κάψουνε ζωντανούς. Εγώ και ο Αθανάσιος, Αποστολόπουλος μπήκαμε μέσα στο χωνευτήρι που βάζανε την κολυμπήθρα. Εντωμεταξύ οι Γερμανοί κάτι έριξαν μέσα και η φωτιά πήρε μεγάλες διαστάσεις. Εμείς τα δύο παιδιά αρχίσαμε να φωνάζουμε βοήθεια και να κλαίμε. Τότε έρχονται δύο Γερμανοί- κάτι είπαν μεταξύ τους-μας πήρανε και μας βγάλανε έξω. Τον Θανάση τον σκότωσαν στο προαύλιο. Εμένα με πήρε ο άλλος Γερμανός από το χέρι και πατώντας πάνω στα πτώματα με πήγε προς μια άκρη. Εκεί μου ‘δωσε μια σπρωξιά, για να φύγω. Μικρό παιδί εγώ τότε -ήμουν 12-13 χρονών- με κοντά παντελόνια-φαίνεται ότι με λυπήθηκε.

Τρέχοντας φτάνω στο σπίτι. Ήταν καμένο, στάχτη. Δίπλα στο δρόμο βλέπω τον αδελφό Νίκο και το γείτονά μας τον Δημήτρη τον Ροδόπουλο, μέσα σε λίμνη αίματος, ήταν σκοτωμένοι. Τρομοκρατήθηκα. Γεν ήξερα τι να κάμω. Ούτε τη μητέρα μου βρήκα ούτε την αδελφή μου την Μάρθα. Μόνο μια γειτόνισσα συνάντησα την Δέσποινα (Παπαζαφειροπούλου-Γιοβά), και της είπα ότι τους σκότωσαν όλους έξω από την εκκλησία. Θα ‘ταν περίπου 5.30 η ώρα, είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. Χειμώνας και κρύο. Με είδε ένας φύλακας Γερμανός και μου «βάζει» με το πολυβόλο. Πέφτω κάτω. Σούρνομαι και μπαίνω μέσα σε ένα αυλάκι. Εκεί έμεινα πολλές ώρες, ήταν και σκοτάδι. Στη συνέχεια πήγα σε κάτι χωράφια. Κανείς –εκτός από την Δέσποινα-δεν ήξερε αν ζούσα. Οι Γερμανοί φύγανε κι εγώ είχα γλιτώσει για δεύτερη φορά.

Όταν πλέον με μάζεψε η μητέρα μου στο σπίτι, σπίτι δεν υπήρχε, παρά μόνον ένα φουρναριό. Δεν είχε μείνει τίποτα. Ούτε ρούχα ούτε «ανάχρειο», τίποτα! Πείνα και δυστυχία. Μια γειτόνισσα που κατάφερε να σώσει το σπίτι της, μας έδωσε δυο τσόλια, για να κοιμόμαστε, γιατί έκανε κρύο, παγωνιά.

Στο νεκροταφείο θρήνος και οδυρμός. Οι γυναίκες του χωριού –και η αδελφή μου η Μάρθα-αγωνίζονταν να ενταφιάσουν τους άντρες τους, τα παιδιά τους και τα αδέλφια τους. Έσκαβαν με τα χέρια τους, γιατί ξινάρια δεν υπήρχαν. Τη νύχτα πήγαιναν τα σκυλιά του χωριού, τους ξέχωναν και τρώγανε τις σάρκες τους.

Μετά από δύο εβδομάδες ήμουν στο χωριό και μου λέει ο Γεώργιος Αποστολόπουλος, συνομήλικος, να πάμε παρέα να βρει τα γίδια του. Πράγματι, πήγαμε στο σταθμό του τρένου της Στάση Κερπινής. Απέναντι από το Σταθμό υπήρχαν κάτι πελώριοι βράχοι που σχημάτιζαν μεγάλες σπηλιές. Εκεί μέσα –χωρίς να έχει τους έχει αντιληφθεί κανένας-βρίσκονταν Γερμανοί. Μας συνέλαβαν, εμένα και το Γιώργο- οι Γερμανοί και μας κράτησαν εκεί τέσσερες ημέρες. Δεν μας έντωναν καθόλου. Και για τη σωματική μας ανάγκη που πηγαίναμε, μας παρακολουθούσαν. Το μέρος αυτό εκτός από την είσοδο είχε και μια μικρή έξοδο που αγνοούσαν οι Γερμανοί. Αυτή την ευκαιρία συνεννοηθήκαμε με τον Γιώργο να την εκμεταλλευτούμε. Ένα πρωί ζητήσαμε –με νοήματα-από τους Γερμανούς να πάμε στο «μέρος». Για καλή μας τύχη δεν μας ακολούθησε Γερμανός. Τότε το σκάσαμε. Όταν το αντιλήφθηκαν οι Γερμανοί ήταν αργά. Βγήκανε στην είσοδο και άρχισαν τα πολυβόλα να μας χτυπούν, αλλά εμείς είμαστε μακριά. Κι έτσι γλιτώσαμε, εγώ για Τρίτη φορά.

Τώρα άρχιζε μια άλλη ζωή. Φύγαμε και πήγαμε στη Ροδιά του Αιγίου σε κάποιους συγγενείς και μείναμε περίπου δύο χρόνια. Προσπαθήσαμε σιγά-σιγά να επουλώσουμε τις πληγές μας. Ωστόσο, οι τραγικές εκείνες ημέρες με σημάδεψαν και μ’ ακολουθούν σε όλη μου τη ζωή. Θυμάμαι που είχε πει η συγχωρεμένη η μητέρα μου και η αδελφή μου Μάρθα ότι για δεκαπέντε μέρες δεν κοιμόμουν στο κρεβάτι. Σηκωνόμουν και έπεφτα κάτω στο φλόρι (φλόρι χώμα). Έτσι και πολλά χρόνια ήταν η ζωή μου: έπεφτα και σηκωνόμουν, έπεφτα και σηκωνόμουν…"

Στις 08-12-1943 ο πατέρας του Θεμιστοκλής και τα αδέλφια του Νίκος και Παναγιώτης Τριανταφύλλου εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς στους Ρωγούς.

[ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ 13-12-43 – Στα μονοπάτια της μνήμης», Δημοτικό Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος», Καλάβρυτα 2011]

 

ο π. Αλέξιος Τριανταφύλλου
Ο π. Αλέξιος Τριανταφύλλου

 

 

 

ο π. Αλέξιος Τριανταφύλλου
Ο π. Αλέξιος Τριανταφύλλου μετά την Καταστροφή

 

 

Ρωγοί
Η Αγία Βαρβάρα και το Μνημείο των Εκτελεσθέντων στους Ρωγούς Καλαβρύτων

Κατηγορία